....ο Κωστα-Τζίρης....χωριανός μου και συγγενής ο μπαρμπα-Κώστας.....76άρης πλέον, σπαθάτος λεβεντόγερος που βόσκει το κοπάδι με τα γίδια του πάντα στην τοποθεσία "Τζίρη" ,(απ' όπου και το Κώστα-Τζίρης) ,λίγο έξω απ' το χωριό μας τους Χουλιαράδες, ψηλά στα 1100 μετρα......πάντα εκεί, όταν τρέχω τον συναντάω, τον χαίρομαι έτσι μοναχό του μα δυνατό, δίπλα στο κοπάδι του, ορθό κι αγέρωχο, και τον χαιρετάω από μακριά με τη φραση "-Αίμα!", (με το "α" μακρόσυρτο:"-Αίμααααααα!"), λόγω συγγένειας και κοινού βεβαια αίματος.....όπου λοιπόν, πριν λίγες μερες, εκεί που ετρεχα τον ειδα εμπρός μου,αλαφιασμένο και με σβελταδα και βιάση εφήβου να ψάχνει μες στο σύθαμπο -είχε ήδη πέσει η νύχτα- να βρει δυο γίδια που 'χαν ξεκόψει απ' το κοπάδι κι ειχαν χαθεί μες στο λόγκο.....μου φάνηκε, μες στη στενοχώρια που τον έλουζε απ' την κορφή ως τα νύχια, σαν Άγιος του βουνού και του λόγκου, που αγωνιούσε για τη τύχη όχι δυο τετράποδων, αλλά δυο ψυχών που τις λογάριαζε σαν ανθρώπινες κι ακόμα παραπάνω : σαν παιδιά του...... απόμεινα εκεί κάμποσην ώρα, να τον ακούω που καλούσε με δυνατές φωνές τα δυο ξεστρατισμένα ζωντανά, και θαρρώ πως με τόση συντριβή που πλανιόταν μες στο σκοτάδι, ανάμεσα σε κοφτερά λιθάρια, πουρνάρια κι ασπαλάθια, στα τυφλά σχεδόν πατώντας, δεν μπορεί παρά να 'σκυψε πάνω του να τον βοηθήσει η Πλάση ολάκερη με τα βουνά της Πίνδου που θα επιστράτευσαν ως και τους Αη-Λιάδες των ξωκλησιών τους να βγουν και να ψάξουν τα δυο τα ζωντανά του Κωστα-Τζίρη.....
Ποτέ δεν θα το μάθει ο Κωστα-Τζίρης
-σαν σμίγαμε, "-Αίμα!" πάντα τον καλούσα
έτσι που ωσάν πατέρα τον τιμούσα-
ο γερο-Χουλιαράς ο νοικοκύρης,
πως το βραδάκι εκείνο του Αλωνάρη,
που απ' το κοπάδι του είχανε ξεκόψει
δυο γίδια, και μ' ωχρήν ο Κώστας όψη
τα εγύρευε κάτω απ' τ' αχνό φεγγάρι,
ώρες πολλές μέχρι τον πρώτο όρθρο,
πατώντας στα τυφλά,θάμνους, λιθάρια,
κέδρα, ασπαλάθια κι όχτους και πουρνάρια,
κι εφώναζε κι εχάλαγε τον τόπο,
κι έπεφτε όπως σκουντούφλαγε, και πάλι
σηκώνονταν κι έκραζε απελπισμένα
τα ζωντανά που 'ταν ξεστρατισμένα,
ολόγυρα γυρνώντας το κεφάλι
να φτάνει ως κάθε διάσελο και ράχη
η λαγαρή η στεντόρεια φωνή του,
κι ας ραγισμένη η ευγενική ψυχή του
τρεμόπαιζεν εντός του ωσάν το στάχυ
στο φύσημα του δυνατού του αγέρα,
και πάνω , ω! πάνωθε απ' τον Κωστα-Τζίρη,
σκυμμένα μες στο σύθαμπο είχαν γείρει
της Πίνδου τα βουνά, απ' το Γράμμο πέρα
ως κάτω απ' το Αιγαίο τον Ψηλορείτη,
με μιαν στα βράχια τους χυμένη θλίψη,
που 'χεν η γης -θαρρείς- άξαφνα ανοίξει,
κι ωσάν τον κλέφτη ωσάν τον λωποδύτη
τα ζωντανά του Κώστα είχεν αρπάξει,
κι εφέγγανε με τ' άσπρα τους λιθάρια,
εκεί που 'σερνε ο Κώστας τα ποδάρια,
να δει καλά τον τόπο και να ψάξει,
κι έτσι που η Πλάση, για δικιά του χάρη
-ποτέ δεν θα το μάθει ο Κωστα-Τζίρης
ο γερο-Χουλιαράς ο νοικοκύρης-
με λύχνο το φεγγάρι του Αλωνάρη,
απ' τα κλειστά ξωκλήσια, τους Αη-Λιάδες
ευγενικά στη νύχτα είχε καλέσει
να κατεβεί ο καθείς τους να γυρέψει
τα ερίφια στους γκρεμούς και στις κορφάδες,
το Σύμπαν την ανάσα του εβαστούσε,
κι ω! μάρτυς μου ο προστάτης των αιπόλων
που 'ναι κι ο χτίστης κι ο προστάτης όλων,
εκεί που ολονυχτίς βαριοπατούσε
ο ταπεινός βοσκός ο Τζουμερκιώτης,
κυκλάμινα και ρόδα αράδα ανθίσαν'
κι αηδόνια απάνωθέ τους φτερουγίσαν'
στο φέξιμο της χαραυγής της πρώτης,
κι εψήλωσαν, κι έφτασαν τα Τζουμέρκα
-ποτέ δεν θα το μάθει ο Κωστα-Τζίρης
ο γερο-Χουλιαράς ο νοικοκύρης-
απ' το στερέωμα τ' ουρανού δυό μέτρα!
ά. - λεύτερη Πίνδος - 12 Αλωνάρη του 2016
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου