(...ζούσε μόνο του το γεροντάκι,σε απομονωμένο οικισμό εδω στα Τζουμερκα...τον βρηκαν προχτες κοκαλωμενο,πεσμένο στον κήπο όπου ειχε πάει να ταϊσει το σκυλο του...κάμποσες μέρες μετά που 'χε πεθάνει...)
Αθόρυβα πεθαίνουν στα χωριά οι γερόντοι
-στα δε Τζουμέρκα μήτε που κουνιέται φύλλο-
ξυπνάν' , ποδένονται, φοράνε παντελόνι,
κι όπως πηγαίνουν να ταϊσουνε το σκύλο,
νιώθουν να πνίγονται, "-Α! θα 'ναι -λέν' - το δόντι
μέρες που επόνα".Πέφτουν κι η ζωή τους σβηέται.
Κι ώρες και μέρες ίσως οι έρμοι οι γερόντοι
μένουν εκεί δίπλα στη λυγαριά που σειέται
στ' αναριπίσματα του ανέμου που ωσάν βόγκοι
τρυπάν' στ' αυτί το φουκαρά που σκούζει σκύλο.
Αθόρυβα πεθαίνουν στα χωριά οι γερόντοι
-στα δε Τζουμέρκα, μήτε που κουνιέται φύλλο...
ά. - λεύτερη Πίνδος - 12 Αλωνάρη του 2016
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου