Οι πρώτοι - πρώτοι Έλληνες, στ' Αμέρικα σαν φτάναν',
την πρώτη νύχτα, ψάχνανε κάπου να καταλύσουν...
Κι ύστερα, σαν ξημέρωνε, στον άνεμο σκορπάγαν' ,
λέξεις σωρό ν' ανθίσουνε και να καρποφορήσουν ...
Ήταν βεβαίως, δύσκολο, καθώς συνηθισμένες,
σε κλίμα μεσογειακό, απ' τ' Όμηρου τα χρόνια,
οι έρμες λέξεις πέφτανε στη γη ξεπαγιασμένες,
ο Καναδάς σαν έφερνε, κρύες βροχές και χιόνια.
Κι όσες ευδοκιμούσανε, είχαν ν' αντιπαλέψουν
εκείνες τις αστραφτερές τις λέξεις των Λατίνων,
που μολονότι ευγενικές, δεν θέλαν να χωνέψουν,
πως είναι τόσο γόησσες, οι λέξεις των Ελλήνων !
Έβλεπες, κάποτε, λοιπόν, στη μέση μιας πλατείας,
πέντε "hello" κι έξι "hi", να στήνουνε καρτέρι,
σε δυο "χαίρε" περαστικά κι άνευ λόγου κι αιτίας,
να τούς ορμούν ξεδιάντροπα και μέρα μεσημέρι !
Πάλι, συνέβαινε, άλλοτε, να κάνουν συμμαχία,
δυο "porfavor" κι έξι "oui", μαζί μ' εφτά "spαsiba"
και να μπουκάρουν άξαφνα, σε μια καφετερία,
που σύχναζαν τα "χαίρετε!" και να τα κάνουν λίμπα!
..................................
Έτσι, σε τέτοιο καθεστώς, οι λέξεις των προγόνων,
εξόριστες στ' αλύγιστο σαξονικό γινάτι,
θλιμμένες νοσταλγούσανε, τις δόξες άλλων χρόνων,
οπού 'φτανε η χάρη τους, ως πέρα στον Ευφράτη...
...................................
Μα, σαν εδιάβαινε ο βοριάς, μ' ανάπαιστους - θριάμβους
κι ο δεκαπεντασύλλαβος στ' Ατλαντικού το κύμα,
μαζί με της ψιλής βροχής τους δροσερούς ιάμβους
κι όλα μαζί, εσμίγανε σ' αστραποβόλα ρίμα,
ανάποδα ο Μισισιπής γυρνούσε τα νερά του
κι απ' το Μιζούρι αλλιώτικα φυσούσαν οι τυφώνες,
γιατί εμίλαγε ο Θεός τη γλώσσα τη δικιά του,
αυτήν που πρωτομίλησε προτού εξήντα αιώνες !
...................................
Σύμφωνα διαχέονταν ελληνικά στο Σύμπαν,
απ' το Κεντάκυ ως τ' Όρεγκον κι ως το Μοντεβιδέο!
Τα μάζευε ο Κέρουακ, ο Μπόρχες κι ο Ουίτμαν
κι ο Κάλβος τούς βοήθαγε, μαζί με τον Τυρταίο . . .
...................................
Κι ολόρθος μίλαγε ο Θεός, τη γλώσσα τη δικιά του !
Κι ο Γαλαξίας μέθαγε με τα Ελληνικά Του !
Άγγελος
2006-Βοστώνη