Το πέτρινο, τ' αγκρέμιστο
στους Δραμεσιούς γιοφύρι,
έχει τον Πλάστη μάστορα,
τον ήλιο νοικοκύρη.
Διαβαίνει αηδόνι, χαίρεται
όχεντρα, ανατριχιάζει
ποτάμι κρύο, ξεδιψά
πίνει κι αναγαλλιάζει.
Διαβαίνει χήρα κι ορφανό,
μαζώνεται, ραγίζει,
διαβαίνει κόρη αφίλητη
τεντώνεται κι ανθίζει
κι ισιώνει την καμάρα του
να ξαπλωθεί να γείρει,
το πέτρινο, τ' αγκρέμιστο
στους Δραμεσιούς γιοφύρι.
Άγγελος
16 Νοέμβρη του 2012
στους Δραμεσιούς γιοφύρι,
έχει τον Πλάστη μάστορα,
τον ήλιο νοικοκύρη.
Διαβαίνει αηδόνι, χαίρεται
όχεντρα, ανατριχιάζει
ποτάμι κρύο, ξεδιψά
πίνει κι αναγαλλιάζει.
Διαβαίνει χήρα κι ορφανό,
μαζώνεται, ραγίζει,
διαβαίνει κόρη αφίλητη
τεντώνεται κι ανθίζει
κι ισιώνει την καμάρα του
να ξαπλωθεί να γείρει,
το πέτρινο, τ' αγκρέμιστο
στους Δραμεσιούς γιοφύρι.
Άγγελος
16 Νοέμβρη του 2012