Η
άνοιξη πλημμύριζε τις στράτες.
Μεθούσαν
τα κυκλάμινα.
Στο
δρόμο, κάτι γέροι αγωγιάτες
τραβούσαν
για τα Γιάννινα.
....................................
Εζύγωνε το
τέλος του Απρίλη...
Γλυκό Μεγαλοβδόμαδο...
Τρεμόπαιζε στου
ζέφυρου τα χείλη
το γαλανό
τ' απόβραδο.
....................................
Στον ήσυχο
το λόγκο νυχτωμένοι,
μικρά γιατάκια
στρώσανε
κι απ'
το μακρύ το
δρόμο αποσταμένοι,
να κοιμηθούν
ξαπλώσανε...
Κι όπως
καθένας είχε τον
καημό του
-στράφι η
ζωή ...δεν άνθισε-
κατέβηκε ο
Χριστός απ' το
Σταυρό Του
κι ανάμεσά
τους κάθισε.
Κι η
άνοιξη πλημμύριζε τις
στράτες...
Άγγελος