Άγγελος Παπαγεωργίου
Συνολικές προβολές σελίδας
Τετάρτη 23 Οκτωβρίου 2024
Τρέχοντας στη Ζατουνα Αρκαδίας,1 Σεπτεμβρη του 2024,κάτω απ' το σπίτι που έζησε εκτοπισμενος ο Μίκης,σε μια λαϊκή λιτανεία
Τρίτη 22 Οκτωβρίου 2024
Οι "μοναχιάρες"
Μαζεύοντας σήμερα το πρωί στο χωριό, τις τελευταίες καρύδες, της αποκαρδιωτικής -λόγω ξηρασίας- φετινής σοδειάς...Ελάχιστες καρύδες...Μια εδώ, μια καμπόσα μετρα παραπέρα...Οι παλιοί τις έλεγαν "μοναχιάρες",μονάχες δηλαδή ....Έπεφταν δυο και βάλε βδομάδες μετά απ' εκείνες που είχαν πέσει σωρηδόν και μαζεμένες...Είχαν πολύ σκληρό κέλυφος, έσπαγαν δύσκολα....Είχαν κι αλλιώτικη γεύση.....Σαν να 'χαν ποτίσει απ' τ' άρωμα της ερημιάς ,ολομόναχες για κάμποσο καιρό,ψηλά στα κλαριά,αυτές, τ' άστρα και τ' αηδόνι που τραγούδαγε δίπλα τους πικρά το θάνατο που κατέβαινε κι όλο θα κατεβαίνει σαν καταιγίδα πέρα απ' τα βουνά...
Για τις καρύδες θα σας πω τις "μοναχιάρες"
-έτσι τις λέγανε οι γερόντοι στα χωριά,
εκείνες που, ψηλά απ' της καρυδιάς τις κλάρες,
πέφταν' αργότερα απ' την άλλη τη σοδειά,
δυο-τρεις βδομάδες αφού είχαν πέσει οι άλλες,
οι άλλες που 'χαν στα σακκιά πια μαζωχτεί.
'τούτες λοιπόν ,μιά-μιά σαν τις αριές τις στάλες
βροχούλας σιγανής,επέφτανε στη γη,
ολομονάχες ,σαν καιρό να εμελετούσαν
την κάθοδό τους,σαν παράσταση στερνή
να 'ναι, ακριβώς έτσι όπως πάντα επιθυμούσαν:
μοναχική και προπαντός σιγαληνή !
Πέφταν' λοιπόν,και ν' ανασάνουνε, είχαν τόπο,
μιά εδώ, μιά δεκαπέντε μέτρα παρακεί,
τόπο και, τον χινοπωριάτικο ήμερο όρθρο
της Όστριας ν' απολάψουν, πριν ο ήλιος βγει,
και τις μαζώξει ο νοικοκύρης, απορώντας
πώς είχαν μείνει τόσο απάνω στα κλαριά!
Ο νοικοκύρης που, καιρό μετά, χτυπώντας
το κέλυφός τους, να τις σπάσει,ίδια, ξανά
δοκίμαζε έκπληξη που, στου σφυριού τη βία,
αντιστεκόντουσαν με πείσμα σθεναρό,
ωσάν πλασμένες απ' ατσάλινη ουσία,
ωσάν γρανίτες γεννημένοι στο βουνό!
Μα κι όταν ,τέλος, έσπαζε καμιά , με βιάση
λαίμαργα τρώγοντας την ψίχα ,μια στυφή
γεύση απ' αγίνωτο, άγριο,ένιωθε, κεράσι,
και μια κρυάδα από Δαμασκηνό σπαθί,
έτσι που ολομονάχες μακριά απ' τις άλλες
καρύδες,είχαν πλάσει φρόνημα γερό,
έτσι που μες στη σιγαλιά, τις πιο μεγάλες
Γραφές της Πίνδου, εμελετήσανε καιρό,
έτσι που ωσάν και τους μοναχικούς αλήτες
που βλέπουν τ' άφαντα μακριά απ' το συρφετό,
είδαν μονάχες στα κλαριά καμπόσες νύχτες,
τι παναπεί θεός κι ερμιά και ριζικό ,
τι παναπεί να τραγουδάει πικρά τ' αηδόνι,
στη ρεματιά τη δασωμένη τη βαθιά,
το θάνατο που εκίνησε κι όλο ζυγώνει,
σαν καταιγίδα μαύρη πάνω απ' τα βουνά.
ά. - λεύτερη Πίνδος/Χουλιαράδες
Τετάρτη 9 Οκτωβρίου 2024
Ποίηση θα πει ...
https://www.youtube.com/watch?v=FBFaWz4gATY
..."κι
ο ζων νεκρός της μνήμης μας/ μια πτήση στον αιθέρα/ στο χάος και στο
όνειρο/ απελπισιά χορτάτος..."(Αργ. Μπακιρτζής)...αληθινά ποιήματα δεν
είναι αυτά που γράφονται και τα διαβάζουμε...αληθινά ποιήματα είναι οι
στιγμές οι σπάνιες που τις ζούμε και τις "ρουφάμε" ως το μεδούλι...άρα
λοιπόν,η Ποίηση είναι ολούθε γύρω μας,θέλει μάτια και ψυχή ανοιχτά,για
να "διαβαστεί"... ας πούμε, ποίηση,είναι να κάθεσαι και να ρεμβάζεις
αγναντευοντας πέρα μακριά τον παγωμένο ορίζοντα με το Μιτσικέλι να
στεφανώνει τα τριώροφα της γειτονιάς (photo),κι όπως ακούς την Αρζεντίνα
του Αργύρη Μπακιρτζή,ένα τραγούδι τοσο πολύ πλημμυρισμένο με θάνατο,να
νιώθεις εκείνη την ώρα,αθάνατος κι υψωμένος...να νιώθεις δηλαδή,μια
στιγμή αθανασίας,ή σωστότερα να νιώθεις και να ζεις 85 δευτερόλεπτα
αθανασίας,όσο διαρκεί αυτό το θεσπέσιο άσμα....και μαζί, να λούζεσαι
κατάβαθα στην ποιητική αχλή του εξαιρετικού αυτού τραγουδιού, σε σημείο
που να βλέπεις αντίκρυ,παρακάτω απ' την αυλή,τα τσιμεντένια τριώροφα, να
"ζωντανεύουν" , να σε κοιτάνε και να τα κοιτάς, να ξεκολλάνε απ' τα
θέμελά τους,και να σπεύδουν να σ' ακολουθήσουν στο ρίγος που νιώθουν να
σε τυλίγει εκείνη τη στιγμή,και σ' έχει από ώρα οδηγήσει ψηλά στις
μενεξεδένιες ατραπούς της αισθαντικότητας....(τώρα,νομίζω το βρήκα:το να
'σαι αισθαντικός,αυτό είναι το ζητούμενο,αυτό είν' η Ποίηση,να ζεις
δηλαδή μ' ευαισθησία τη ζωή σου,έτσι που να την κάνεις ποιημα....
..Μια σταλιά,κι αυτός,μεγάλος
για να νιώσει ποιητής,
μ' όλο της ψυχής του τ' άλγος
να πετάει μεσουρανίς,
του γραφείου του την κουρτίνα
παραμέριζε φυρή,
έβαζε την "Αρζεντίνα"
του Αργύρη Μπακιρτζή,
κι όπως ο "νεκρός της μνήμης"
τόσο "ζων",στο δείλι,τον
κατελάμβανε εξ απίνης,
έμφορτο ωραίων μνημών,
άφηνε να τον συνθλίβει
του θανάτου η γιορτή!
Κι ούτε που 'πιανε μολύβι,
κι ούτε που άγγιζε χαρτί.
Τι να έγραφε,και τι να
στιχουργούσε ο καψερός,
όταν "βρόνταγε" η Αρζεντίνα
πλάι του μεγαλειωδώς,
αψεγάδιαστα στακάτο,
κι άφταστα μελωδικό,
της ζωής και του θανάτου
τον αιθέριο γλυκασμό;
Ποίηση θα πει -σκεφτόταν- :
γίνομαι αθάνατος
σαν τη μάνα-Πίνδο,όταν
μ' έχει ζώσει ο θάνατος.
Κι όπως μάντευαν το πάθος
σύγκορμα που τον δονεί,
τα τριώροφα στο βάθος,
παρακάτω απ' την αυλή,
τους εράιζαν' τα τσιμέντα,
τους ετρίζανε οι αρμοί,
τους εγιόμιζε από μέντα,
του βουνού,η κυρτή σκεπή,
κι αναλήπτονταν ταχέως
στις ουράνιες ατραπούς,
όπου ίπτατο ακμαίος
ο ποιητικός του νους,
σάμπως να 'θελαν' κι εκείνα
σάμπως να 'θελαν' κι αυτά,
μπαίνοντας σε μιά του ρίμα,
να γενούνε αθάνατα!
ά.
Σάββατο 27 Ιουλίου 2024
Ο άγιος,μικρός τελάλης !
...Στα
Τζουμέρκα,μακριά απ' τον αχό της πόλης...Εκεί που καταργούνται τα
σύνορα μεταξύ Φύσης κι Ανθρώπου...Μπαίνει στο σπίτι αίφνης ενα
χοροπηδηχτό ζουλαπάκι...."Σπάνε" τσιμέντα, πέτρες, σκεπές και
τζάμια....Ο άγιος μικρός τελάλης σε καλεί στο ασχόλαστο πανηγύρι της
Φύσης...Στο θάμα της αληθινής ζωής ...
...Μπήκε στο σπίτι ο πράσινος
καινούργιος φιλαράκος,
όμορφος χοροπηδηχτός
χαρά κι αλκή γιομάτος,
ξεδίπλωσε την Τέχνη του
και τα μαστορικά του,
τα σκέρτσα, τα τσαλίμια του
και τα χορευτικά του:
τέσσερα πόδια στυλωτά
και δύο στον αέρα
να χαιρετάν' τα σύμπαντα
και τη δροσάτη εσπέρα!
Tον κοίταγα με κοίταγε,
του γέλαγα μου εγέλα,
"-Ντύσου το φως, ψιθύρισε,
πέταξε, αλάφρωσε, έλα,
ξέχνα τι σού 'παν στο σχολειό,
μ' αθώου φτερα εγεννήθης,
βρες τα ξανά! Φενάκη είναι
του κόσμου η βαρύτης!"
Κι έσκυψα κι ηύρα τα φτερά
και του αθώου τη μοίρα ,
και την αγνότη μου έντυσα
βασιλική πορφύρα,
και φτερακίσαμε ψηλά
δυο ίσκιοι μόνοι αθώοι
δυο στεναγμοπλαντάγματα
στης Πλάσης τ' αχολόι ,
και μάρτυράς μου ο Κόζιακας
με τ' άγια του ζουλάπια,
ψηλά στης καπετάνισσας
της Όστριας την ντάπια
μας ηύρε η νύχτα στα βουνά
-μες στων αγίων τ' άγια-
σπαρμένη χίλια θάματα
γιομάτη μύρια μάγια.
ά. -Χουλιαράδες- λεύτερη Πίνδος
Κυριακή 23 Ιουνίου 2024
Ο Στάθης απ' το Κιάτο
Παρασκευή 3 Μαΐου 2024
Ο Γλάρος
Σάββατο 20 Απριλίου 2024
Το νησάκι του Άγγελου Σκελιανού
Τρίτη 9 Απριλίου 2024
Κατέβαινε ο Απρίλης -ή ο Έλβις;- τη Δωδώνης !