Απάνω στα ψηλά βουνά
ένας τρελός δερβίσης
σκύβει τιμά και προσκυνά
τα χρώματα της Φύσης,
το κόκκινο του Έρωτα
το μαύρο του θανάτου
το πένθιμο μενεξεδί
του Μεγαλοσαββάτου,
ξενύχτησε έκοψε προψές
της χαραυγής το μίσχο
κι ανάδεψε το γαίμα της
με της οξιάς τον ίσκιο
και με το θρόισμα της γυμνής
σεπτής του παρανοίας
που 'χει απ' τ' αγρίμια του βουνού
δικαιωθεί απευθείας
σαν και δικιά τους μόνιμη
κι αλάθητη ολωσδιόλου
λεπτότατη υποδόρια
αντίληψη του κόσμου,
κι έφκιασε τ' ανεξίτηλο
χρώμα της αιωνίας
των κατοικούντων στα ψηλά
βουνά, αθανασίας,
τράβα να πας και να τον βρεις
τράβα για να σε βάψει,
τράβα, δυό αθάνατα φτερά
στην πλάτη σου να ράψει,
μα μην ξεχάσεις φίλους και
δικούς να χαιρετήσεις,
ότι μακριά τους στα βουνά
χίλιες ζωές θα ζήσεις.
ά. - λεύτερη Πίνδος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου